Αν
επισκεφτεί κανείς το μουσείο του μεταξοσκώληκα στο Σουφλί, θα δει
φωτογραφίες των μαντηλοφορεμένων εργατριών του προηγούμενου αιώνα,
όρθιες, να εργάζονται και να υπομένουν... Εργατριών; Αν κοιτάξει κανείς
πιο προσεκτικά τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, θα ξεχωρίσει κορίτσια 10-12 χρόνων. Που εργάζονταν 10-12 ώρες...
Τι
θα έλεγε ένας προοδευτικός άνθρωπος εκείνης της εποχής; Ότι η θέση ενός
παιδιού δεν είναι ούτε στο χωράφι, ούτε στα γίδια, ούτε στα εργοστάσια.
Αντίθετα, «το παιδί θα έπρεπε να μάθει γράμματα». Μα
και ο αγράμματος μεροκαματιάρης γονιός, θα έλεγε με τον δικό του τρόπο:
«Διάβασε παιδί μου να γλυτώσεις, διότι άνθρωπος αγράμματος, ξύλο
απελέκητο».
Φυσικά,
υπήρχαν και τότε, οι «άλλοι». Εκείνοι που ήθελαν τα παιδιά στο
χαμαλίκι, για να φουσκώνει ο μπεζαχτάς τους. Και εκείνοι οι δύσμοιροι
γονείς, που αιχμάλωτοι της δικής τους ανάγκης, αμορφωσιάς και φόβου,
τραβολογούσαν τα ίδια τα παιδιά τους από τα χέρια του δάσκαλου,
φωνάζοντας πως «με τα γράμματα δε γέμισε κανένα στομάχι».
Η
Ελλάδα, αλλά και όλη η ανθρωπότητα μόχθησε, πόνεσε, μάτωσε για να πάνε
τα πράγματα μπροστά. Και δεν πήγαν παντού, ούτε την ίδια στιγμή.
Δραματικό φαινόταν το δήθεν ερώτημα: «γράμματα ή δουλειά»; Αλλιώς: «Ψωμί ή παιδεία»;
Πιο
ομολογημένη αποτυχία για μια κοινωνία που νομιμοποιούσε ένα τέτοιο
ερώτημα και το έθετε ως βάση των αξιών της, δεν θα μπορούσε να έχει
υπάρξει!
Το
παιδί της κάθε εποχής ήξερε και κάτι άλλο όμως. Το χωράφι, το ορυχείο,
το εργοστάσιο, το μαραγκούδικο, ακόμη και στα καλύτερά τους, σήμαινε να
μαθαίνεις «να ακούς» και βασικά να λες «ναι», να είσαι υπό επιτήρηση,
στις προσταγές του φόβου και του περιορισμού.
Το σχολείο, αντίθετα, ακόμη και το πιο αυταρχικό, στα χειρότερά του, είχε πάντα μια χαραμάδα ελευθερίας, διαφυγής, διαμόρφωσης ελεύθερων κριτικών συλλογισμών.
Εκατό
χρόνια πριν, προοδευτικοί και αντιδραστικοί, από τη δική τους σκοπιά ο
καθένας, συμφωνούσαν ωστόσο σε τούτο: «Οι μορφωμένοι ανοίγουν δρόμους
πρωτόγνωρους με τα μυαλά τους ελεύθερα».
Ένα
αιώνα αργότερα, οι παιδαγωγοί, οι κοινωνιολόγοι, όλοι οι προοδευτικοί
άνθρωποι της εποχής μας, λένε πως, σήμερα, τα αναγκαία ελάχιστα
«γράμματα», είναι το ενιαίο 12χρονο σχολείο της ολοκληρωμένης, πολύπλευρης μόρφωσης και καλλιέργειας των παιδιών. Η σωστή παιδεία της εποχής μας προϋποθέτει ακώλυτη, ισότιμη, δωρεάν πρόσβαση, όλων των παιδιών σε ένα ενιαίο σχολείο,
που θα προσφέρει τα σύγχρονα «γράμματα», σε όλους τους τομείς της
ανθρώπινης σκέψης, της επιστήμης, της παραγωγής, της τέχνης, της
φιλοσοφίας, της ιστορίας αλλά και της κοινωνικής και περιβαλλοντικής
ευθύνης, των αισθημάτων.
Εκατό
χρόνια μετά, υπάρχει η ίδια αγωνία για την επιβίωση και το ψωμί των
πολλών, την ώρα που οι ελαχιστότατοι «κατέχουν χίλιες φορές το περιττό».
Είναι ακόμη πιο αδυσώπητος ο αγώνας για την υποδούλωση ή/και την κατάργηση της παιδείας σήμερα.
Η μάχη για τον περιορισμό της στα «απαραίτητα», ώστε να μην
απελευθερώνει, να μη γεμίζει τους ανθρώπους και τη σκέψη τους. Αλλά,
αντίθετα, να αναπτύσσεται τόσο, εκεί και τότε, που να μπορεί να
φουσκώνει τα πορτοφόλια των λίγων και να ακρωτηριάζει τη σκέψη των
πολλών.
Ένα αιώνα μετά, το ίδιο αφεντάδικο σύστημα, ομολογεί την βαθειά και αξεπέραστη αντιδραστικότητά του.
Κινεί θεούς και δαίμονες, υπουργούς και ΜΜΕ, επιχειρηματίες και συμβουλάτορες, ντόπια και ξένα τρωκτικά.
Σε ποιο σκοπό;
Για να ανασύρει στην επιφάνεια το προαιώνιο ερώτημά του:
«Γιατί όχι λιγότερη παιδεία και περισσότερη υποταγή και του χεριού, της δουλειάς καιτης σκέψης»;
Αυτό ακριβώς κάνουν! Και να γιατί:
Διότι, με το νέο νόμο διώχνουν βίαια τα παιδιά από το σχολείο, προσφέροντάς τα, δωρεάν και ξετσίπωτα, ως απλήρωτα κορμιά στις επιχειρήσεις. Μια σύγχρονη σκλαβιά που την ονομάζουν «μαθητεία», ακολουθώντας το γενικότερο αντιδραστικό βηματισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Νέο Λύκειο θα χωράει και λιγότερους μαθητές, αλλά και φτωχότερη μόρφωση. Ακόμη πιο ελλιπή, ακρωτηριασμένη και υπόδουλη στο νόμο του κέρδους και στη λογική του σκυψίματος.
Το Νέο Λύκειο θα χωράει πολύ λιγότερους εκπαιδευτικούς,
για αυτό κάνουν τις απολύσεις. Αλλά και διαφορετικούς εκπαιδευτικούς:
Λοιδωρημένους, απαξιωμένους, χαμάληδες. Αποστερημένους από το
εκπαιδευτικό τους έργο, υποταγμένους στην εκάστοτε εξουσία, τους άδικους
νόμους της και τις απάνθρωπες αξίες της.
Τολμούν να λένε οι άθλιοι, ότι «θα σταματήσουμε να βγάζουμε άνεργους πτυχιούχους, αλλά θα βγάλουμε ειδικευμένους εργάτες».
Που τα λένε αυτά;
Σε ποια Ελλάδα, σε ποιές επιχειρήσεις και με ποιούς όρους θα δουλέψουν αυτά τα παιδιά;
Στην Ελλάδα των 1,5 εκατομμυρίων ανέργων;
Της παραγωγικής διάλυσης της πρωτογενούς και βιομηχανικής παραγωγής από την Ευρωπαϊκή Ένωση;
Της μετατροπής σε μια απέραντη Ειδική Οικονομική Ζώνη με εργασιακούς όρους του προηγούμενου αιώνα;
Στην Ελλάδα που πωλείται ως οικόπεδο;
Στην
Ελλάδα που διώχνει τα παιδιά της, άλλη μια φορά για τη Γερμανία, σε μια
νέα υποδούλωση και ταπείνωση, που θα μάθει να τραγουδά τους καημούς της
με τους δικούς της Καζαντζίδηδες;
Στην Ελλάδα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον καπιταλιστικό κόσμο, της λεγόμενης «άνεργης ανάπτυξης»;
Ε, ναι λοιπόν! Το λέμε και εμείς ανοιχτά.
Δε μας ενοχλούν μόνο τα συγκεκριμένα τους μέτρα.
Οι απολύσεις των καθηγητών, οι διαρκείς εξετάσεις που διαλύουν τα
παιδιά, η μείωση των δαπανών, η ταπείνωση των μισθών, τα σπασμένα τζάμια
και τα ερειπωμένα εργαστήρια.
Μας οργίζει ακόμη περισσότερο η γενική τους εικόνα: Η ολόμαυρη γραμμή τους που στον αθάνατο εφιάλτη για αυτούς «ψωμί- παιδεία- ελευθερία», απαντάει
με «αιχμαλωσία της ανεργίας ή της δουλικής εργασίας, πνευματικό
σκοταδισμό με ηλεκτρονικές γιρλάντες και ολοκληρωτισμό ελέγχου της
σκέψης και της δράσης».
Ε, ναι λοιπόν! Λέμε όχι σε αυτό το σχολείο τους, σε αυτή τη παιδεία τους, σε αυτή την δήθεν εργασία τους.
Και φυσικά λέμε χίλιες φορές όχι στην ανελευθερία και στον ολοκληρωτισμό τους, που στηρίζεται στον εκβιασμό της πείνας, της ανεργίας και της ανέχειας για να τα επιβάλλει.
Μπορούμε να πούμε ένα πολύ ισχυρό ΟΧΙ σε όλη την πολιτική τους και την φιλοσοφίας τους,
Ακριβώς γιατί εμείς έχουμε όραμα για ένα άλλο σχολείο, μια άλλη παιδεία, μια άλλη εργασία και για την πραγματική δημοκρατία και ελευθερία. Και στο σχολείο και στην κοινωνία.
Εμείς
δε θέλουμε να σταβλίζονται τα παιδιά 30-35 σε κάθε τάξη και να τρέχουν
μετά-όσων οι γονείς αντέχουν- να κάνουν φροντιστήρια σε γνώσεις
μασημένες για εξετάσεις του άγχους και του τίποτα. Να γιατί μιλάμε για 20 παιδιά στην τάξη.
Ναι, εμείς δεν αντιλαμβανόμαστε το σχολείο ως στρατώνα και παιδονομείο, αλλά ωςκέντρο μορφωτικής διαδικασίας. Ναι,
θέλουμε εκπαιδευτικούς χαμογελαστούς, αφιερωμένους στη δουλειά τους, με
ανθρώπινο ωράριο και όχι απαξιωμένους υπαλλήλους που να μετριέται η
δουλειά τους με το ρολόι και η προσφορά τους με το κιλό των δήθεν
πιστοποιημένων περγαμηνών.
Ναι, εμείς λέμε καθαρά, ότι η μοναδική δουλειά για τα παιδιά έως 18 χρονών, ελληνόπουλα και μεταναστόπουλα, είναι στο σχολείο τους. Να μάθουν τα «σύγχρονα» γράμματα. Η ειδίκευση, η τέχνη, η δεξιότητα πρέπει να αρχίζει μετά και πάντα σε ένα δημόσιο σύστημα.
Και
όταν εμείς μιλάμε για δημόσιο σύστημα, εννοούμε δημόσιο και κοινωνικό
σύστημα και όχι υπηρέτη και αρωγό για το ιδιωτικό συμφέρον.
Πράγματι, εμείς θέλουμε και διεκδικούμε δημοκρατία και συμμετοχή μέσα στην τάξη και
στους συλλόγους εκπαιδευτικών και θεωρούμε αναχρονισμό την αναβίωση
ενός σύγχρονου επιθεωρητισμού, μέσω του ιδεολογήματος της
"αξιολόγησης’’.
Βεβαίως
και δε βλέπουμε την παιδεία και το σχολείο, ούτε ως προθάλαμο των
εισαγωγικών, ούτε ως πεδίο εκγύμνασης και προετοιμασίας για την εργασία.
Αλλά με ένα αυτοτελή απελευθερωτικό ρόλο.
Πρέπει να απολογηθούμε για αυτό μήπως;
Στην
Ελλάδα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, του Ηράκλειτου και του
Δημόκριτου, των φιλοσόφων, των επιστημόνων, των στοχαστών, του θεάτρου
και της ποίησης, πρέπει να αισθανόμαστε ένοχοι, επειδή θέλουμε καθολική μόρφωση για όλους, με πρόσβαση και στο πανεπιστήμιο;
Αυτή
η αντίληψη για το σχολείο και την παιδεία, είναι ισχυρή και θα βγει
νικητής στον αγώνα ζωής και θανάτου που δίνεται σήμερα ενάντια στο
σύγχρονο σκοταδισμό των μνημονιακών κυβερνήσεων, στην εποχή του
αχαλίνωτου ολοκληρωτικού καπιταλισμού.
Και είναι ισχυρή ακριβώς επειδή ταυτόχρονα συνδέεται με μια άλλη αντίληψη για την εργασία και την κοινωνία.
Είναι, γιατί εμείς θέλουμε ουσιαστική και αξιοπρεπή εργασία και για όλο τον κόσμο.
Χωρίς τον εφεδρικό στρατό της ανεργίας, για να πεινάμε οι μισοί και να
εκβιάζονται οι υπόλοιποι. Αλλά με μείωση ωρών εργασίας για όλους
Είναι, γιατί θέλουμε σταθερή απασχόληση, με ενιαίες για όλους εργασιακές σχέσεις, που δε θα θυμίζουν τον «μεγάλο αδελφό».
Είναι,
γιατί θέλουμε μια κοινωνία, παραγωγή και οικονομία που να αναπτύσσονται
για να θρέψουν το λαό μας και όχι για να ταΐζεται ο Μολώχ του κέρδους ή
να πληρώνεται ένα τοκογλυφικό χρέος.
Να βγάζει πλούτο που να τον μοιράζει σε αυτούς που μοχθούν.
Αυτός ο πλούτος που παράγουμε με τα χέρια μας και το μυαλό μας, μαζί με τη δίκαιη μοιρασιά του,
φτάνει και παρά-φτάνει για ανθρώπινους μισθούς, τουλάχιστον διπλάσιους,
όχι μόνο για τους καθηγητές, αλλά για όλο τον κόσμο της δουλειάς, μαζί
και για αυτούς που σήμερα είναι στην ανεργία.
Για αυτή την Ελλάδα, για αυτή την κοινωνική προοπτική αγωνιζόμαστε.
Είναι χρέος μας.
Είναι
χίλιες φορές ποιο δίκαιο, σωστό, ηθικό και χρήσιμο, από τη βρώμικη
δουλειά των κυβερνώντων. Αυτών που απλά συνεργούν και εκτελούν
παραγγελίες των επιχειρηματιών, των εφοπλιστών, της ΕΕ, των υπαλληλίσκων
με τα γκρίζα κοστούμια της τρόικα.
Αυτό είναι το δικό μας όραμα. Το δικό τους ποιο είναι;
Μισός στίχος της Λίνας Δημοπούλου (Μικρασιάτικο - 1993), το αποδίδει μια χαρά: ‘’ανθρωπόμορφοι λεφτάδες,
αναλφάβητοι σκυλάδες’’
Με τους (ελαχιστότατους) πρώτους, καβάλα στους δεύτερους φυσικά.
Μας λένε: «Μα που ζείτε; Αυτά δε χωράνε στη σημερινή εποχή,
στο σημερινό κόσμο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, της μάχης της
ανταγωνιστικότητας και της αρχής "το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό’’ ».
Συγνώμη, αλλά αυτό είναι δικό τους πρόβλημα! Και της άθλιας κυβέρνησής τους και όλης της εξουσίας τους που στηρίζεται στο ψέμα και τη βία.
Αν
δε χωράνε τα ωραία και τα σωστά πράγματα στον κόσμο τους, τόσο το
χειρότερο για τον κόσμο τους! Αυτόν που θέλουν να στήσουν πάνω στις
προσδοκίες μας και τις ζωές μας. Τσαλακώνοντας τα όνειρα των μαθητών και
των νέων.
Τη συνενοχή μας δεν θα την έχουν!
Και κάτι ακόμη:
Πάνω σε αυτό, πράγματι δε μπορούμε, ούτε θέλουμε και δε θα κάνουμε καμία συμφωνία μαζί τους.
Μέχρι που θα φτάσουμε; Μέχρις εκεί που θα αντέξει η αναπνοή μας.
Αλλά
λογαριασμό στους τυράννους και τα θλιβερά παπαγαλάκια τους, δε θα
δώσουμε. Ούτε στους συνηγόρους του διαβόλου και τους κήρυκες της ήττας,
που δήθεν θέλουν να μας προφυλάξουν από την απογοήτευση.
Μεταξύ μας θα λογαριαστούμε, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο στα μάτια.
Γιώτα Ιωαννίδου, γραμματέας ΚΕΜΕΤΕ/ΟΛΜΕ